Οπόθεν – απόποθεν, φανερώνει την από τόπου κίνησιν, από το μέρος το οποίον.
Πέραν, αντίκρυ.
Πλάν (από το πλάι) παραπέρα.
Πούθεν’ – πούθε’ – πουδέν’, πουθενά.
Πόθε – πούθε – απόθεν – απόθε, από πού.
Που – πε, που.
Σιμά – σουμά, κοντά.
Απόσουμα – απόσιμα, από κοντά.
Καικά από το και κάτω, τίθεται στο τέλος τοπικού χρονικού επιρρήματος ή εμπρόθετου προσδιορισμού: Πλάν καικά, οψέ καικά, ΄ς σ’ οσπίτ’ καικά. Στην Όφη τσαικά. Στη Νικόπολη λέγεται και ατό καικά, ατά καικά, αυτό δα, αυτά δα.
Κιάν από το και άνω και σημαίνει κίνηση προς τα άνω. Στη Όφη λεγόταν τσαν – ατσάν.
Κεσ’ από το και έσω και σημαίνει κίνηση οριζόντια. Μεταφορικά δηλώνει έννοια που προέρχεται κατ’ ευθείαν από κάποιο. Ας σ’ εμέν κεσ’ (από τον εαυτό μου) εγροικώ ατο. Στην Όφη λεγόταν τσεσ’. Στη Νικόπολη δηλώνει αναφορά προς το προηγούμενο όνομα. Εγώ γράμματα κεσ’ ‘κι ξέρω (όσον αφορά τα γράμματα).Εγώ κέσ’ ‘κι κάνω (όσο για μένα δε μπορώ).
Απισκέσ’ – Απισέσ’, μέσα
Απισκέσ’ – Απισκέσ’, ενίοτε.
Πολλά επιρρήματα συνδυάζονται με το κα, κέσ’, κιάν, αφκά, απάν’, πλάν, αν’θεν και κά’θεν και σχηματίζονται έτσι πολλά άλλα π.χ. από το αδά σχηματίζονται το αδακά, αδακέσ’, αδακιάν, αδαφκά, αδαπάν’, αδαπλάν, αδάν’θεν, κ.α.
Χρονικά
Αδäρτι – δäρτι – γιάρτι, από το ήδη άρτι και σημαίνει πριν από λίγο.
Χρονικά επιρρήματα είναι και οι γενικές χρονικών ονομάτων: της ημερας, μεσανυχτί, μεσημέρι, μοθοπώρι, χειμωγκόνι κ.λ.π. και των μηνών Καλαντάρι, Μαρτί κ.λ.π.
Τροπικά
Αέτς, βλ. μόρια.
Αλλέως – αλλέα, αλλέως
Άμον, βλ. μόρια.
Ανάσκελα, ανάσκελα.
Αναχάπαρα, ξαφνικά.
Αψέα – αψά, με δριμύτητα.
Εχτήθä – εχτηθίς από το εκ στήθους.
Καθώς, βλ. μόρια.
Κάπως, κάπως.
Καταλαχού, τυχαίως.
Κατίλα, τι λογής.
Κούπα, προύμυτα.
Μέσα μεσού, στη μέση.
Όπως,
Ότωπως,
Πως, βλ. μόρια.
Σαντίλα, τι λογής.
Τίλογα – τίλοα – τίλεα – τίλιγα – τίλα, τι λογής.
Τογρία τούρκικο, κατ’ ευθείαν, σωστά.
Σαν τροπικά χρησιμοποιούνται και οι ονομαστικές του πληθυντικού των ουδετέρων επιθέτων: έμορφα, καλά, κακά, σωστά…
Αλλά και από ρήματα σχηματίζονται πολλά: πορπατευτά, καλατσευτά, αρκουδευτά, τρεχτά.